Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

Κανείς δεν γελάει.










 Στον παράδεισο μου 
η μονή ώρα είναι εκεί
Καθηλωμένη στο πάτωμα
Με δυο καρφιά
και τρεις τσιχλόφουσκες
Ξεκοιλιασμένη
λιπαρή
Παραδομένη
στην εκτροπή
Στον παράδεισο μου κανείς
δεν έχει μια ζωή
Έχει πολλές
κι έτσι γίνεται θεός
και οι ζωές του
μήτρες θεϊκές
Αχλάδια
 κίτρινα
πράσινα
Είδωλα
κρεμασμένα στα δάχτυλα του

 Στον παράδεισο μου 
η μόνη πόρνη είμαι εγώ
Λατρεμένη
 Απόκληρη
 Υπέροχη
Χωρίς μετάνοια
Χωρίς λουρί
Χωρίς αιτία να εξαγνίζει
Αγορασμένη 
μα ποτέ
πουλημένη


  Στον παράδεισο μου
 γίνομαι η αρχή
 η μέση
το τέλος
 O ιδρώτας
 το κουνούπι
 και η πλήξη
 Γαβγίζω
Ουρλιάζω
Κουλουριάζομαι
Το δεξί μου μάτι βουλιάζει
 μέσα στο κρανίο μου
Κανείς δεν γελάει
 στον παράδεισο μου

 Κανείς δεν γελάει
      Κανείς δεν γελάει....


Κυριακή 13 Μαρτίου 2016

Της Ευχομαι. Του Νίκου Κυριακίδη.










Τα κορίτσια τρώνε
Σχεδόν κοιμούνται μασουλώντας
 Βράχια, περαστικοί, ωράρια
Να, ο προορισμός μιας γυναίκας
Πρέπει να μάθω τ’όνομα
Κάποιας νύμφης, νεράιδας, ξωτικού
Τους μιλάω με τα καθημερινά μου
Μελαγχολούν άξαφνα

Ας μ άρεσε,
 δεν ήταν μοιραίο
 Κουτουλούσε απ την κούραση
Εγώ μπλεγμένος μες τα φίδια μου
Είχα χρόνο για χάσιμο
Έχανα ανώδυνα χρόνο
 Θα πρέπει να διαλύσω κι αυτά τα σπίτια
Υγρά, κακοχτισμένα, βρώμικα
 Πρέπει να μάθω πως οδηγούν μπουλντόζα
 Αλλά τεμπέλης ήμουν πάντα
Έτσι, μπήκα σ ένα ΚΤΕΛ ...

 Έκλεισα τα μάτια
την ονειρεύτηκα ξεκούραστη
Να τρώει ζωηρά
Να ποζάρει πια στα βράχια.
 Δεν ειναι χταπόδι, ένα κορίτσι είναι
Να κερνάει σ ένα καινούργιο σπίτι
Κάθε περαστικό που αυτή διαλέγει
Πιο ήρεμη
Να μη δουλεύει τόσο
Να γελάει με καινούργια ονόματα που μαθαίνει
Μυθολογικά, περίεργα
Όλα αυτά, να έχει


Νομίζω πως τρακάραμε
 Πρέπει να αιμορραγώ
Είμαι και μόνος
 Χωρίς τα φίδια μου
 Γύρω μου όλοι ήρεμοι
Αυτή, γλύτωσε


Νίκος Κυριακίδης  




Δευτέρα 7 Μαρτίου 2016

κάπως έτσι








και κάπως έτσι
 η σιγουριά της παρένθεσης
γίνεται ρούχο
και μένει εκεί
κρεμασμένο
και αιώνιο
 να σου μασάει τις σάρκες.

και κάπως έτσι 
τα μάτια σου γλυκαίνουνε
ακίνητα διάφανα
καραμέλες παγωμένες
που ιδρώνουνε στον ήλιο.

και κάπως έτσι
τα δόντια σου μακραίνουνε
άσπρα πριονωτά 
σε τρεις σειρές
χωρίς λαρύγγι να τα μπήξεις.

και κάπως έτσι
τελειώνουνε οι μυρωδιές
 το σπίτι  πάλλεται
κενό  αφώτιστο
καθαρό και κρύο
ανθισμένο
σε φροντισμένους κήπους.

και κάπως έτσι
είναι που κουράζεσαι
κι αποζητάς τα παραμύθια
και τα χώνεις στην κοιλιά σου
κι αυτή πρήζεται
 ραγίζει
και ξεχειλίζει πύον.


και κάπως έτσι
η σιγουριά χτίζει την παρένθεση
 κύκλο
και μένεις εκεί
καθισμένος
και αιώνιος 
 να ξεφτίζεις στην φωτογραφία
που παζάρεψες  να ζήσεις.